Για δεκαετίες, οι έλληνες παραγωγοί είχαμε ένα συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών μας: φθηνά εργατικά χέρια, από ανθρώπους που εργάστηκαν για εμάς σε συνθήκες σκληρής εκμετάλλευσης. Ομως, δεν καταφέραμε να το αξιοποιήσουμε. Ετσι, σήμερα δεν έχουμε ούτε εργάτες, ούτε είμαστε ανταγωνιστικοί
Με αφορμή το πολύ ενδιαφέρον και εύστοχο άρθρο του Κώστα Γιαννακίδη με τίτλο «Κάποιος να μαζέψει τα ροδάκινα», θα ήθελα να παραθέσω μερικές σκέψεις μου, από την πλευρά ενός αγρότη που προσπαθεί να δει τα πράγματα χωρίς φαντασιώσεις και αισθήματα νεοπλουτίστικης εθνικής μεγαλομανίας. Θα ακούσετε πολλούς να μιλούν για τις χαμένες ευκαιρίες της ελληνικής Γεωργίας. Δεν θα ακούσετε όμως ποτέ να μιλούν για μία, τη μεγαλύτερη. Την ύπαρξη, για δύο τουλάχιστον δεκαετίες, πάμφθηνων εργατικών χεριών στη διάθεσή μας. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Με την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων, κυρίως της Αλβανίας, εκατοντάδες χιλιάδες απελπισμένοι άνθρωποι από τα Βαλκάνια προσέτρεξαν στη χώρα μας για να βρουν λύση στο βασικό τους πρόβλημα, αυτό της επιβίωσης. Για δύο δεκαετίες, οι εξαθλιωμένοι εργαζόμενοι μετανάστες προσέφεραν φθηνό εργατικό δυναμικό στους αγρότες, κυρίως της Βόρειας Ελλάδας, που είναι και πιο κοντά τους γεωγραφικά. Ετσι, λοιπόν, για καλλιέργειες με βασικό κόστος το εργατικό, αποκτήσαμε ένα τεράστιο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε σχέση με άλλες χώρες. Στην αρχή δίναμε εξευτελιστικά μεροκάματα στους ανθρώπους. Και αργότερα φτάσαμε να πληρώνουμε 25 και 30 ευρώ, «μαύρα» και αδήλωτα. Την ίδια στιγμή, ανταγωνιστικές χώρες όπως η Ιταλία και Ισπανία πλήρωναν 80 ή 100 ευρώ για την ίδια δουλειά. Εκείνοι κάλυπταν και τη στέγαση, ενώ εμείς τους είχαμε σε αποθήκες, στην καλύτερη περίπτωση. Και ύστερα καθόμασταν στο καφενείο παίζοντας μπιρίμπα, λέγοντας ότι φταίνε που άφησαν τις χώρες τους και παίρνουν τα ωραία μας τα λεφτά. Αν κάποιος τολμούσε να πει ότι εκμεταλλευόμαστε απάνθρωπα τους μετανάστες, ήταν γραφικός ή κομμουνιστής. Δεν είναι τυχαίο πως ούτε η Αριστερά ή κάποιος άλλος σχηματισμός τόλμησε να μιλήσει. Καμιά φορά, με αφορμή περιπτώσεις σαν της Μανωλάδας έλεγαν κάτι. Για τις άλλες Μανωλάδες δεν μίλησε κανείς. Δυστυχώς, παρά το σημαντικό αυτό πλεονέκτημα, δεν γίναμε ανταγωνιστικοί. Στην ουσία, τα φθηνά μεροκάματα λειτούργησαν ως ένα προπέτασμα καπνού που έκρυβε τα βασικά δομικά προβλήματα της ελληνικής Γεωργίας. Σήμερα, οι αλβανοί και βούλγαροι εργάτες βρήκαν τρόπο να εργάζονται νόμιμα σε χώρες με πολλαπλάσια μεροκάματα και έτσι δεν έχουμε ανθρώπους να μαζεύουν τα ροδάκινά μας. Τα δικά μας παιδιά δεν έρχονται να δουλέψουν για 35 ευρώ που και αυτά πλέον δυσκολευόμαστε να τα δώσουμε. Τι θα γίνει; Το καλό σενάριο είναι να μπορέσουμε να σταθούμε στα πόδια μας, αφού η κατάσταση στη ελληνική Γεωργία σήμερα είναι τραγική, να μπορέσουμε να βρούμε εργάτες από τις Φιλιππίνες ή όποια άλλη χώρα και επιπλέον, να βρούμε τα 35-40 ευρώ που θα χρειαστούν. Το δεύτερο σενάριο θα είναι πολύ χειρότερο. Να σηκώσουμε τα χέρια ψηλά και και σε μια καινούργια χρεοκοπία να αδυνατούμε και εμείς να πληρώσουμε το μεροκάματο, αλλά και το κράτος να πληρώσει τα επιδόματα που αποτρέπουν κόσμο από το να έρθει να δουλέψει. Και έτσι, όλοι μαζί, μετανάστες πια, να παρακαλάμε σε κάποια ξένη χώρα, ξένα αφεντικά, να μαζέψουμε ροδάκινα παρέα με τους έως χθες δικούς μας εργάτες… *Ο Νίκος Λιολιόπουλος είναι αγρότης Πηγή: Protagon.gr
No comments:
Post a Comment