Στη Λίνα Τόνια.*
Υπάρχει μια λέξη της ελληνικής αργκό που μου προξενούσε πάντοτε ιδιαίτερη αποστροφή. Πρόκειται για τη λέξη « κουλτουριάρης», που στην νεοελληνική είναι κάτι σαν βρισιά, και αλίμονο σε οποίον του προσδώσουν αυτόν τον χαρακτηρισμό.
Τι σημαίνει άραγε κουλτουριάρης;.
Η λέξη προέρχεται από την εξίσου «κακόηχη» στην Ελλάδα λέξη κουλτούρα, που ενώ σε όλες τις γλώσσες του κόσμου σημαίνει πολιτισμός, στη δική μας έχει εντελώς διαφορετική έννοια. Στην κυριολεκτική μετάφραση του όρου λοιπόν κουλτουριάρης σημαίνει πολιτισμένος, στην πράξη όμως μεταφράζεται ως κάποιον περίεργο που ασχολείται με κάτι χαζομάρες, κλασική μουσική, ποίηση και αλλά «άχρηστα πράγματα». Ο πολιτισμός μάλιστα στον τόπο μας ταυτίζεται με την «παράδοση»και την περελθοντολαγνεία.. Οι δε « πολιτιστικοί» μας σύλλογοι όταν δεν ασχολούνται με το πώς θα φέρουν ψήφους στην εκάστοτε εξουσία, λειτουργούν αποκλειστικά και μόνο ως λαογραφικοί, παρά το γεγονός ότι η λαογραφία αντιπροσωπεύει ένα μικρό κομμάτι του πολιτισμού.
Όπως γενικότερα στην χώρα μας, έτσι και εδώ, η μεγάλη πλειοψηφία απέχει από τον πολιτισμό, όπως τουλάχιστον αυτός ορίζεται στον σύγχρονο δυτικό κόσμο, παρότι την πολιτιστική μας παράγωγη μόνο φτωχή δεν μπορεί να τη χαρακτηρίσει κανείς. Ακούμε ελαχίστη σοβαρή μουσική και ας έχουμε έναν Χατζηδάκη ή έναν Σκαλκώτα, βλέπουμε ελάχιστο θέατρο και ας έχουμε μια Μελίνα, ή έναν Κουν, βλέπουμε ελάχιστο κινηματογράφο και ας έχουμε Γαβρά ή Αγγελόπουλο, δεν διαβάζουμε σχεδόν καθόλου ποίηση και ας έχουμε παγκόσμιας φήμης έλληνες ποιητές και πάει λέγοντας.
Πως διάολο όμως τα καταφέραμε σε αυτή τη χωρά να θεωρούμε το απόλυτο κακό να είναι κάνεις πολιτισμένος;
Στη μικρή μας επαρχιακή και απομονωμένη από τον δυτικό πολιτισμό χώρα, ο διαφωτισμός, το ευρωπαϊκό αυτό ρεύμα ιδεών που άλλαξε τον κόσμο δεν έφτασε ποτέ. Την εποχή που ο δυτικός κόσμος έβγαινε από την ανωριμότητα, όταν έμπαιναν οι βάσεις για τον θρίαμβο των τεχνών και τον πολιτισμού, η χωρά μας ζούσε σε έναν δικό της κόσμο. Υποδουλωμένος στους Τούρκους (και στους Έλληνες), ο ελληνικός πληθυσμός έμεινε βαθύτατα καθυστερημένος αφού όπως ήταν λογικό προτεραιότητα του ήταν η επιβίωση σε μια σκληρή και άθλια εποχή. Οι όποιες προσπάθειες έγιναν έκτοτε για να αντιστραφεί αυτή η κατάσταση δεν είχαν ιδιαίτερη επιτυχία, για μια σειρά από κοινωνικούς, ιστορικούς αλλά κυρίως πολιτικούς λόγους, που όμως δεν είναι εύκολο να τους αναλύσει κανείς στα πλαίσια ενός άρθρου.
Το πιο χειρότερο όμως δεν είναι η άγνοια μας για την καλλιτεχνική δημιουργία, είναι το ότι συχνά φτάνουμε στο εντελώς αντίθετο άκρο που είναι η ισοπέδωση ή ακόμη χειρότερα ο χλευασμός. Όποιος λοιπόν δεν είναι ίδιος με εμάς, όποιος δεν ακολουθεί τον δικό μας τρόπο ζωής και κοινωνικής συμπεριφοράς, όποιος ξεφεύγει έστω και λίγο από τις κρατούσες συνήθειες, είναι πολύ πιθανό να πέσει θύμα κακεντρέχειας, που απαιτεί ιδιαιτέρα δυνατό χαρακτήρα ώστε να μπορέσει να ανταπεξέρθει-αν στο μεταξύ δεν έχει εγκαταλείψει τον τόπο. Πολλές φορές η επαρχιακή μας μικρότητα μας κάνει να λειτουργούμε όπως ο αλεπού με τα κρεμαστάρια…
* Αφορμή για το άρθρο στάθηκε η ανάγνωση πλήθους κακεντρεχών σχολίων από ανωνύμους αναγνώστες τοπικών μας μπλογκς, στις αναρτήσεις που αφορούν την επιλογή μια νεαρής συντοπίτισσας μας με αξιοθαύμαστη πορεία στο χώρο της μουσικής σύνθεσης αλλά και στην εκτέλεση έργων, να είναι υποψήφια δημοτική σύμβουλος .
Υπάρχει μια λέξη της ελληνικής αργκό που μου προξενούσε πάντοτε ιδιαίτερη αποστροφή. Πρόκειται για τη λέξη « κουλτουριάρης», που στην νεοελληνική είναι κάτι σαν βρισιά, και αλίμονο σε οποίον του προσδώσουν αυτόν τον χαρακτηρισμό.
Τι σημαίνει άραγε κουλτουριάρης;.
Η λέξη προέρχεται από την εξίσου «κακόηχη» στην Ελλάδα λέξη κουλτούρα, που ενώ σε όλες τις γλώσσες του κόσμου σημαίνει πολιτισμός, στη δική μας έχει εντελώς διαφορετική έννοια. Στην κυριολεκτική μετάφραση του όρου λοιπόν κουλτουριάρης σημαίνει πολιτισμένος, στην πράξη όμως μεταφράζεται ως κάποιον περίεργο που ασχολείται με κάτι χαζομάρες, κλασική μουσική, ποίηση και αλλά «άχρηστα πράγματα». Ο πολιτισμός μάλιστα στον τόπο μας ταυτίζεται με την «παράδοση»και την περελθοντολαγνεία.. Οι δε « πολιτιστικοί» μας σύλλογοι όταν δεν ασχολούνται με το πώς θα φέρουν ψήφους στην εκάστοτε εξουσία, λειτουργούν αποκλειστικά και μόνο ως λαογραφικοί, παρά το γεγονός ότι η λαογραφία αντιπροσωπεύει ένα μικρό κομμάτι του πολιτισμού.
Όπως γενικότερα στην χώρα μας, έτσι και εδώ, η μεγάλη πλειοψηφία απέχει από τον πολιτισμό, όπως τουλάχιστον αυτός ορίζεται στον σύγχρονο δυτικό κόσμο, παρότι την πολιτιστική μας παράγωγη μόνο φτωχή δεν μπορεί να τη χαρακτηρίσει κανείς. Ακούμε ελαχίστη σοβαρή μουσική και ας έχουμε έναν Χατζηδάκη ή έναν Σκαλκώτα, βλέπουμε ελάχιστο θέατρο και ας έχουμε μια Μελίνα, ή έναν Κουν, βλέπουμε ελάχιστο κινηματογράφο και ας έχουμε Γαβρά ή Αγγελόπουλο, δεν διαβάζουμε σχεδόν καθόλου ποίηση και ας έχουμε παγκόσμιας φήμης έλληνες ποιητές και πάει λέγοντας.
Πως διάολο όμως τα καταφέραμε σε αυτή τη χωρά να θεωρούμε το απόλυτο κακό να είναι κάνεις πολιτισμένος;
Στη μικρή μας επαρχιακή και απομονωμένη από τον δυτικό πολιτισμό χώρα, ο διαφωτισμός, το ευρωπαϊκό αυτό ρεύμα ιδεών που άλλαξε τον κόσμο δεν έφτασε ποτέ. Την εποχή που ο δυτικός κόσμος έβγαινε από την ανωριμότητα, όταν έμπαιναν οι βάσεις για τον θρίαμβο των τεχνών και τον πολιτισμού, η χωρά μας ζούσε σε έναν δικό της κόσμο. Υποδουλωμένος στους Τούρκους (και στους Έλληνες), ο ελληνικός πληθυσμός έμεινε βαθύτατα καθυστερημένος αφού όπως ήταν λογικό προτεραιότητα του ήταν η επιβίωση σε μια σκληρή και άθλια εποχή. Οι όποιες προσπάθειες έγιναν έκτοτε για να αντιστραφεί αυτή η κατάσταση δεν είχαν ιδιαίτερη επιτυχία, για μια σειρά από κοινωνικούς, ιστορικούς αλλά κυρίως πολιτικούς λόγους, που όμως δεν είναι εύκολο να τους αναλύσει κανείς στα πλαίσια ενός άρθρου.
Το πιο χειρότερο όμως δεν είναι η άγνοια μας για την καλλιτεχνική δημιουργία, είναι το ότι συχνά φτάνουμε στο εντελώς αντίθετο άκρο που είναι η ισοπέδωση ή ακόμη χειρότερα ο χλευασμός. Όποιος λοιπόν δεν είναι ίδιος με εμάς, όποιος δεν ακολουθεί τον δικό μας τρόπο ζωής και κοινωνικής συμπεριφοράς, όποιος ξεφεύγει έστω και λίγο από τις κρατούσες συνήθειες, είναι πολύ πιθανό να πέσει θύμα κακεντρέχειας, που απαιτεί ιδιαιτέρα δυνατό χαρακτήρα ώστε να μπορέσει να ανταπεξέρθει-αν στο μεταξύ δεν έχει εγκαταλείψει τον τόπο. Πολλές φορές η επαρχιακή μας μικρότητα μας κάνει να λειτουργούμε όπως ο αλεπού με τα κρεμαστάρια…
* Αφορμή για το άρθρο στάθηκε η ανάγνωση πλήθους κακεντρεχών σχολίων από ανωνύμους αναγνώστες τοπικών μας μπλογκς, στις αναρτήσεις που αφορούν την επιλογή μια νεαρής συντοπίτισσας μας με αξιοθαύμαστη πορεία στο χώρο της μουσικής σύνθεσης αλλά και στην εκτέλεση έργων, να είναι υποψήφια δημοτική σύμβουλος .